«Καθίσταται πλέον απαραίτητη η ανασύσταση των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών σε όλη την Ελλάδα, η κατάργηση των οποίων αποδείχτηκε ότι ήταν μία τραγική επιλογή του κ. Μητσοτάκη», τονίζει σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος.
«Ιδίως στη Δαδιά και στην Πάρνηθα οι Φορείς σήμερα είναι απαραίτητοι για να αναλάβουν και να συντονίσουν το μακρόχρονο και επίπονο έργο της αποκατάστασης των οικοσυστημάτων. Αυτό πρέπει να βασιστεί στην συσσωρευμένη γνώση των επιστημόνων που δουλεύουν στο πεδίο, με σύγχρονα επιστημονικά εργαλεία, αλλά και στην εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας. To έργο αυτό προφανώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί από έναν κομματικό εντεταλμένο με έδρα το Μέγαρο Μαξίμου».
Στο άρθρο του επισημαίνει, ότι τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα των πλημμυρών και των πυρκαγιών αναδεικνύουν την αδυναμία της Πολιτείας να τα προλάβει και τονίζει πως απαιτείται αναβάθμιση της επάρκειας και της ικανότητας της πολιτείας με την ενίσχυση των φορέων και της πολιτικής περιβάλλοντος. «Είναι προφανές ότι πρέπει να περάσουμε από τα λόγια στα έργα και να αλλάξουμε μοντέλο πολιτικής, παραγωγής και κατανάλωσης, εφόσον η λύση στο παγκόσμιο κλιματικό πρόβλημα δεν μπορεί να είναι η αναπαραγωγή επιλογών που μάς έφεραν μέχρι εδώ».
Ο Σ. Φάμελλος τονίζει ότι «Χρειάζεται επειγόντως αλλαγή πολιτικής και ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει προτάσεις για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται» και παρουσιάζει στο άρθρο του ορισμένες από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη θεσμική θωράκιση των Προστατευόμενων Περιοχών και το πλαίσιο προστασίας των περιοχών που έχουν πληγεί.
Ακολουθεί το πλήρες άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε.
Σ. Φάμελλος: Επιτακτική η ανάγκη ανασύστασης των Φορέων των Προστατευόμενων Περιοχών
Το τραγικό αποτύπωμα των φετινών πυρκαγιών αλλά και των εκτεταμένων πλημμυρών ανέδειξε το μεγάλο ζήτημα της ανεπάρκειας της ελληνικής πολιτείας να προλάβει και να αντιμετωπίσει μεγάλες φυσικές καταστροφές. Αλλά και την ανάγκη αναβάθμισης όλων των θεσμών, σχεδίων και μέτρων για την ανθεκτικότητα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας έναντι της εντεινόμενης κλιματικής κρίσης καθώς και των περιβαλλοντικών φορέων και πολιτικών.
Είναι προφανές ότι πρέπει να περάσουμε από τα λόγια στα έργα και να αλλάξουμε μοντέλο πολιτικής, παραγωγής και κατανάλωσης, εφόσον η λύση στο παγκόσμιο κλιματικό πρόβλημα δεν μπορεί να είναι η αναπαραγωγή επιλογών που μάς έφεραν μέχρι εδώ.
Η χώρα μας κατέγραψε φέτος το καλοκαίρι μία θλιβερή πρωτιά στην έκταση των καμένων εκτάσεων, απόδειξη των ελλειμμάτων και στην πρόληψη και στην κατάσβεση. Στη χώρα μας αποτυπώθηκε επίσης η μεγαλύτερη (καταγεγραμμένη) πυρκαγιά της Ευρώπης στον Έβρο με καμένη έκταση που ανέρχεται στα 935.000 στρέμματα (03/09/2023). Ένα μεγάλο τμήμα της αφορά στις προστατευόμενες περιοχές του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου και του Εθνικού Πάρκου του Δέλτα του Έβρου.
Σοβαρές επιστημονικές ανησυχίες καταγράφονται πλέον για την δυνατότητα αποκατάστασης του δασικού οικοσυστήματος της Δαδιάς, που έχει μοναδικά και παγκόσμιας σημασίας οικολογικά χαρακτηριστικά.
Η οικολογική καταστροφή συνιστά μια μεγάλη «οικολογική ήττα» της χώρας μας. Μία ήττα που δεν οφείλεται αποκλειστικά στην κλιματική κρίση και στις ακραίες μετεωρολογικές συνθήκες, αλλά και σε παραλείψεις και καθυστερήσεις που χρεώνονται στην πολιτεία και σε ένα βαθμό στις επιλογές της κυβέρνησης: στο ότι μετά το 2019 εφαρμόστηκε ελλιπώς το πόρισμα Goldammer, στο ότι ξεχάστηκε η Δημόσια Πολιτική Πρόληψης Δασικών Πυρκαγιών με εγκεκριμένο προϋπολογισμό 140 εκατ. ευρώ, οι εγκεκριμένες προσλήψεις 500 επιστημόνων στη Δασική Υπηρεσία, οι προσλήψεις στην Πυροσβεστική και η θεσμική οργάνωση και στελέχωση της Πολιτικής Προστασίας.
Σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση του οικολογικού πλήγματος, οι δράσεις που έχουν εξαγγελθεί μέχρι στιγμής από την κυβέρνηση για την έτσι και αλλιώς υποχρεωτική υλοποίηση αντιδιαβρωτικών/αντιπλημμυρικών έργων και την κήρυξη αναδασωτέων εκτάσεων, αλλά και τα επιμέρους μέτρα για την προστασία της άγριας ζωής, δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες.
Καθίσταται πλέον απαραίτητη η ανασύσταση των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών σε όλη την Ελλάδα, η κατάργηση των οποίων αποδείχτηκε ότι ήταν μία τραγική επιλογή του κ. Μητσοτάκη. Ιδίως στη Δαδιά και στην Πάρνηθα οι Φορείς σήμερα είναι απαραίτητοι για να αναλάβουν και να συντονίσουν το μακρόχρονο και επίπονο έργο της αποκατάστασης των οικοσυστημάτων. Αυτό πρέπει να βασιστεί στην συσσωρευμένη γνώση των επιστημόνων που δουλεύουν στο πεδίο, με σύγχρονα επιστημονικά εργαλεία, αλλά και στην εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας. To έργο αυτό προφανώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί από έναν κομματικό εντεταλμένο με έδρα το Μέγαρο Μαξίμου.
Επείγουσα και επιτακτική είναι και η θεσμική θωράκιση όλων των περιοχών του δικτύου Natura 2000, που αποτελούν ανεκτίμητη περιουσία της κοινωνίας μας και βασικός παράγοντας της ποιότητας ζωής και της οικολογικής ισορροπίας. Η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το 2020 για το έλλειμμα αυτό.
Για αυτό απαιτείται η ολοκλήρωση των Προεδρικών Διαταγμάτων και των Σχεδίων Διαχείρισης για τις περιοχές αυτές, τα οποία έχουν καθυστερήσει υπερβολικά και έχουν βραχυκυκλώσει με τις αλλαγές του θεσμικού πλαισίου μετά τον περιβαλλοντοκτόνο Νόμο 4685/2020 των κ.κ. Χατζηδάκη-Μητσοτάκη.
Η καταστροφική πυρκαγιά ανέδειξε ότι είναι απαράδεκτο η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη για τις περιοχές του Έβρου και της Ροδόπης, η οποία τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το Δεκέμβριο του 2021, να έχει μπει στα συρτάρια και να αγνοείται, ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε σήμερα ένα εργαλείο για τη διαχείριση και προστασία της περιοχής.
Μέχρι την ολοκλήρωση του πλαισίου προστασίας απαιτείται η αναστολή της περιβαλλοντικής αδειοδότησης όλων των έργων Α1 κατηγορίας (πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον) σε όλες τις περιοχές Natura 2000. Και πλέον είναι αναγκαία η αναστολή αδειοδότησης των έργων κατηγορίας Α1 και Α2 (σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον) στις περιοχές Natura 2000 που επλήγησαν από τις πυρκαγιές, καθώς υπάρχει και η πραγματική αδυναμία εκπόνησης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης αλλά και η ανάγκη να προχωρήσουν μελέτες και έργα αποκατάστασης των περιοχών αυτών. Η απαγόρευση μόνο της θήρας και της βόσκησης σε περιοχές εντός “ζωνών αποκλεισμού” και “αυξημένης προστασίας” δεν είναι επαρκής μετά από τέτοια καταστροφή.
Η πολιτεία οφείλει επίσης να αναβαθμίσει και τα θεσμικά εργαλεία που διαθέτει, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα που επιβάλει η κλιματική κρίση. Έστω και μετά την καταστροφή απαιτείται μία ευρεία μεταρρύθμιση στα αντιπυρικά σχέδια/μελέτες, με προτεραιότητα στις δράσεις πρόληψης στα πλέον ευάλωτα οικοσυστήματα, αλλά και στις μελέτες και τα έργα αποκατάστασης στα πληγέντα οικοσυστήματα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιμένει στην πρότασή του για ισχυρή, στελεχωμένη και με σχεδιασμό Πολιτεία. Που θα ενισχύεται με μεταρρυθμίσεις που θα στηρίζονται στη γνώση και δεν θα υποκύπτει στο πολιτικό όφελος.
Η κυβέρνηση επέλεξε να αφήσει αθωράκιστη τη χώρα. Μετά την καταστροφή, παραδέχεται τα ελλείμματα ανακοινώνοντας τη στελέχωση της Δασικής Υπηρεσίας και της Πυροσβεστικής. Όμως πρέπει να γίνει κατανοητό ότι απαιτείται αναβάθμιση της επάρκειας και της ικανότητας της πολιτείας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς ενίσχυση των φορέων και της πολιτικής περιβάλλοντος. Αυτό επιβεβαίωσαν και οι πλημμύρες αυτής της εβδομάδας.
Τα δεδομένα της κλιματικής κρίσης φαίνεται ότι μας έχουν ξεπεράσει. Χρειάζεται επειγόντως αλλαγή πολιτικής και ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει προτάσεις για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται.
Δείτε το άρθρο δημοσιευμένο εδώ