«Είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε έναν πολιτικό και οικονομικό κατήφορο. Κατήφορος είναι η λαθροχειρία που επιχειρεί, σήμερα, η Κυβέρνηση, με τα αναδρομικά που δικαιούνται οι συνταξιούχοι σύμφωνα με την Απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, για την περίοδο Ιουνίου 2015-Μάϊου 2016, λόγω της αντισυνταγματικότητας των νόμων του κυρίου Βρούτση. Λαθροχειρία είναι τα 3,9 δισ. ευρώ να μετατρέπονται, με την εξαγγελία του κυρίου Μητσοτάκη, σε 1,4 δισ. ευρώ και τελικά, στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου το ποσό είναι μόνο 900 εκατ. ευρώ. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι η κυβέρνηση δε σέβεται τους συνταξιούχους, δε σέβεται όμως ούτε τις Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε έναν οικονομικό κατήφορο, λόγω της ύφεσης που ξεκίνησε από τα τέλη του 2019, της αποτυχίας διαχείρισης των δημοσιονομικών, καθώς η Ελλάδα έχει ήδη «γράψει» περίπου 6 δισ. ευρώ πρωτογενές έλλειμμα το πρώτο εξάμηνο του 2020, αλλά, και λόγω της ανυπαρξίας διαπραγμάτευσης και διεκδίκησης, από την πλευρά της Ελληνικής Κυβέρνησης, στο Συμβούλιο Κορυφής, με αποτέλεσμα να λάβουμε σημαντικά μειωμένους από τους αρχικά προβλεπόμενους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης», δήλωσε ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος, εχθές, στην τοποθέτησή του για το φορολογικό νομοσχέδιο.
Η κυβέρνηση υποτιμά επιπλέον τις ανάγκες τις κοινωνίας, πρόσθεσε, εξαπολύει «πογκρόμ» στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Προέδρου της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδα, δε στηρίζει τους Δήμους και δεν τους καταβάλει το κόστος που ανέλαβαν για τη στήριξη της κοινωνίας κατά την πανδημία, αλλά πλέον, με νέα νομοθετική ρύθμιση, τους ζητάει να πληρώσουν τα παλαιά ληξιπρόθεσμα από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους, δε στηρίζει ούτε τους πολίτες που θα βρεθούν άμεσα εκτός του πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας και βρίσκονται αντιμέτωποι με τις κατασχέσεις, αλλά, επιλέγει να δίνει αμνηστία στους τραπεζίτες για δάνεια με αέρα ή να περιορίζει τη φορολογία στα μπόνους των τραπεζικών στελεχών και στα κέρδη τους από μετοχές.
Ο Σ.Φάμελλος στάθηκε στη συνέχεια στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης για το Ταμείο Ανάκαμψης, τους όρους των επιχορηγήσεων και τη «δημιουργική αριθμητική» του κυρίου Μητσοτάκη λέγοντας: «Τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης για την Ελλάδα δεν είναι 70 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε αρχικά ο κύριος Μητσοτάκης, και από τα 32 δισ. ευρώ, μόνο τα 19,5 δισ. ευρώ είναι μάλλον οι επιχορηγήσεις, καθώς διαβάζουμε, με μεγάλη ανησυχία, ότι τελικά τα 19,5 δισ. ευρώ θα είναι 16,7 δισ. ευρώ, και μάλιστα σύμφωνα με δημοσιεύματα θα πρέπει να υπάρξουν επιστροφές και άρα το καθαρό ποσό για την Ελλάδα θα είναι περίπου 6,5 δισεκατομμύρια. Υπάρχει επιπλέον ο κανόνας του λεγόμενου φρένου, μία απαίτηση των χωρών του Βορρά την οποία δεχτήκατε, που θα μάς οδηγεί σε Eurogroup, σε δικαίωμα να βάζει βέτο κάποιο κράτος-μέλος και να ζητά νέο μνημόνιο για τη χώρα μας. Γιατί εκεί θα καταλήξει και το Ταμείο Ανάκαμψης, στο να ωφελούνται λίγοι και εκλεκτοί, να έχουμε ένα νέο μνημόνιο, δηλαδή λιτότητα, αυταρχισμό και άδικη πολιτική. Τελικά φαίνεται ότι η κυβέρνησή σας κάνει την κρίση της πανδημίας ευκαιρία για να εφαρμόσει τη δική της ακραία νεοφιλελεύθερη, ακροδεξιά και άδικη πολιτική».
Σχολίασε την επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ να μην επεκτείνει το πλαίσιο προστασίας για την πρώτη κατοικία που, όπως είπε, πρακτικά βάζει πλάτη στις τράπεζες και ξεκινάει τους πλειστηριασμούς κι έτσι θα φέρει κυριολεκτικά δεκάδες χιλιάδες, νοικοκυριά σε πρόθυρα ασφυξίας. Είναι ξεκάθαρο από τα στοιχεία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ότι μέχρι στιγμής ελάχιστες αιτήσεις έχουν ευοδωθεί. Γι’ αυτό το λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ υπέβαλλε πρόταση τροπολογίας για ένα διευρυμένο πλαίσιο προστασίας, με την οποία αυξάνεται το όριο της αξίας των ακινήτων που προστατεύονται, προσαυξάνονται οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης, αυξάνεται το ύψος του υπολοίπου των οφειλών, καλύπτονται δάνεια που «κοκκίνησαν» μέχρι τις 19 Ιουνίου και δημιουργείται μια αυτοματοποιημένη διαδικασία για την πρόταση ρύθμισης, με υποχρέωση αποδοχής της από τις τράπεζες και τέλος, προβλέπεται η αύξηση της συνεισφοράς του Δημοσίου για τους έχοντες χαμηλά εισοδήματα.
Κλείνοντας, ο Σ. Φάμελλος επισήμανε τα σοβαρά προβλήματα που προκύπτουν από το άρθρο 9 του φορολογικού νομοσχεδίου όπου, η κυβέρνηση, χωρίς σχεδιασμό, συνεχίζει την αποσπασματική πολιτική του πρόσφατου νόμου της ηλεκτροκίνησης, η οποία ωφελεί μόνο τους εισαγωγείς και τις μεγάλες βιομηχανίες αυτοκινήτων της Βόρειας Ευρώπης. Το περιβαλλοντικό τέλος ταξινόμησης βρίσκει αντίθετους ακόμη και βουλευτές της πλειοψηφίας που εξακολουθούν να ζητούν διάφορες εξαιρέσεις: «Το Υπουργείο Οικονομικών, συναινώντας στο νόμο της ηλεκτροκίνησης, παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία διότι εισάγει διακριτή μεταχείριση μεταξύ εγχώριων και εισαγομένων αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα να καταστούν πιο ακριβά τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα νέας τεχνολογίας, που είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον από αυτά που κυκλοφορούν σήμερα, και να μην μπορεί η λαϊκή οικογένεια, η μεσαία οικογένεια να αγοράσει ένα πιο καινούργιο αυτοκίνητο που θα είναι λιγότερο ρυπογόνο και τελικά, να μην υπάρχει και κανένα συντεταγμένο πρόγραμμα απόσυρσης. Πρέπει, έστω και τώρα, να έρθετε σε συνεννόηση με τα υπόλοιπα Υπουργεία με σκοπό να καταλήξετε σε ένα συντεταγμένο πρόγραμμα παύσης κυκλοφορίας των ρυπογόνων αυτοκινήτων στην Ελλάδα. Να μιλήσουμε και για ένα χρονοδιάγραμμα πλήρους απόσυρσης των Euro1, Euro2, Euro3 και να δώσουμε κίνητρα απόσυρσης των Euro4 και Euro5a, και κίνητρα αλλαγής καυσίμου διότι αλλιώς θα μάς οδηγήσετε σε γήρανση του στόλου, χωρίς κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στην ατμοσφαιρική ρύπανση.»
«Στο Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου της Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης προβλέπεται ότι, μέχρι το 2030, πρέπει να αποσυρθούν ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες οχήματα, αλλά δυστυχώς, σήμερα, έχουμε μόνο σαράντα με σαράντα πέντε χιλιάδες αποσύρσεις τον χρόνο. Έτσι, οι πόλεις οδηγούνται σε υποβάθμιση της ποιότητα της ατμόσφαιρας, κάτι που έχει άμεσο αποτύπωμα στην ποιότητα ζωής των πολιτών. Τέλος, δε βλέπουμε να έχετε καμία συνεκτική πολιτική για ένα μεγάλο ζήτημα που έχει να κάνει και με το περιβάλλον και τις βιώσιμες μεταφορές, καμία προτεραιότητα στις δημόσιες μεταφορές, στο σιδηρόδρομο και τα μέσα σταθερής τροχιάς».
Κλείνοντας δε την τοποθέτησή του σημείωσε: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μας οδηγεί τελικά μόνο σε ένα πολιτικό και οικονομικό κατήφορο, αλλά και σε ένα περιβαλλοντικό κατήφορο».
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία εδώ
Παρακολουθείστε την ομιλία εδώ