«Το αποτύπωμα του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη είναι πάρα πολύ ισχυρό στην ελληνική κοινωνία. Ο πόνος, η θλίψη, η οδύνη και το σοκ θα είναι μαζί μας για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν θα είναι ίδια η χώρα μας μετά από αυτό που συνέβη και είναι κρίσιμος όχι μόνο ο τρόπος με τον οποίο θα λειτουργήσει η Πολιτεία μετά από αυτό το δυστύχημα αλλά και το πώς θα βρούμε τις αιτίες που μας οδήγησαν ως εδώ. Οφείλουμε να αλλάξουμε πολιτικές για το δημόσιο συμφέρον και την ασφάλεια, που υποτιμήθηκαν τα τελευταία χρόνια», υπογράμμισε ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και Βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης, Σωκράτης Φάμελλος, στην εκπομπή «Σαββατοκύριακο από τις 6» της ΕΡΤ1 και τους δημοσιογράφους Δ. Κοτταρίδη και Ν. Κασιμάτη.
Ο Σ.Φάμελλος σημείωσε ότι έχουν ήδη καταγραφεί πολλά αναπάντητα ερωτήματα προς διερεύνηση, από το πώς διορίστηκε ένας άπειρος και ακατάλληλος σταθμάρχης και ποιος τον διόρισε, αλλά και γιατί σταμάτησε το μέτρο της διπλής υπηρεσίας σταθμάρχη στους κεντρικούς σιδηροδρομικούς σταθμούς και του δευτεροβάθμιου οργάνου στην Αθήνα που ίσχυε μέχρι το 2020, που αποτελούσε επιπλέον μέτρο προστασίας από πιθανό ανθρώπινο λάθος, εφόσον δεν είχε ολοκληρωθεί το σύστημα τηλεδιοίκησης.
«Προκαλεί ιδιαίτερα αρνητική εντύπωση η προσπάθεια πολιτικής διαχείρισης του δυστυχήματος, η οποία ξεκίνησε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, που από την πρώτη μέρα, με τις έρευνες διάσωσης ακόμα στην αρχή, και τη διερεύνηση των αιτιών του ίδιου του δυστυχήματος να μην έχει καν ξεκινήσει, έσπευσε να βγάλει ετυμηγορία και να αποδώσει την τραγωδία κυρίως σε ανθρώπινο λάθος. Όταν όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν προηγμένα συστήματα ασφαλείας για όλες τις εγκαταστάσεις προκειμένου να αποφευχθεί ακριβώς αυτό: για να μην κοστίσει ένα ανθρώπινο λάθος σε ανθρώπινες ζωές», υπογράμμισε.
Ο Σ.Φάμελλος τόνισε επίσης ότι υπάρχει σαφής ευθύνη της κυβέρνησης για το γεγονός ότι αγνοήθηκαν τόσο οι καταγγελίες και τα εξώδικα των εργαζομένων και η παραίτηση του Προέδρου της Επιτροπής για θέματα σηματοδότησης και ασφάλειας στο σιδηρόδρομο το 2022, τα πολλά ατυχήματα έως και εκτροχιασμός, αλλά και σχετικές ερωτήσεις στη Βουλή, όπου ο κ. Καραμανλής απαντούσε ότι είναι ντροπή να τίθενται θέματα ασφαλείας. «Ακόμα και η ΕΣΗΕΑ, με ανακοίνωσή της παραδέχθηκε ότι μέχρι το δυστύχημα η πληροφόρηση επί των προβλημάτων και των αιτημάτων των εργ6είχε μικρή δημοσιογραφική κάλυψη, παρότι είχαν υπάρξει καταγγελίες, απεργίες, και εξώδικα από τους εργαζόμενους αλλά και ερωτήσεις στη Βουλή», σημείωσε.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Σ.Φάμελλος τόνισε ότι δεν γίνεται να υπάρξει συμψηφισμός της πολιτικής ευθύνης. «Υπήρξε σαφώς διαχρονική υποβάθμιση του σιδηρόδρομου, η οποία οφείλεται και στη χρεοκοπία της χώρας από το 2010, με ευθύνη των προηγούμενων κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, καθώς και στην ιδιωτικοποίηση του μεταφορικού έργου, λόγω μνημονιακών υποχρεώσεων. Όμως, η ευθύνη του σιδηροδρομικού δικτύου και της λειτουργίας του, δηλαδή οι σταθμάρχες, η ασφάλεια και ο έλεγχος, παρέμειναν στην ευθύνη της Πολιτείας. Επί ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώθηκε η ηλεκτροδότηση της γραμμής από την Αθήνα μέχρι τα βόρεια σύνορα, ολοκληρώθηκαν οι σήραγγες και οι γέφυρες στον Δομοκό, δρομολογήθηκε η σύμβαση για το σύστημα τηλεδιοίκησης για να ολοκληρωθεί μέχρι το 2020 και υπήρχαν δύο σταθμάρχες σε κάθε κεντρικό σταθμό ως πρόσθετο μέτρο ασφάλειας. Το ερώτημα από εκεί και πέρα είναι γιατί δεν ολοκληρώθηκε η σύμβαση για το σύστημα τηλεδιοίκησης, γιατί μειώθηκε το προσωπικό και γιατί αγνοήθηκαν οι καταγγελίες και οι παραιτήσεις. Είναι εμφανές ότι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν άλλες», υπογράμμισε.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο Σ.Φάμελλος τόνισε ότι η αποφυγή ευθυνών και η συγκάλυψη που προσπαθεί η κυβέρνηση είναι ασέβεια προς τα θύματα, τις οικογένειές τους και την ίδια την κοινωνία: «Πρέπει να βγουν διδάγματα από μία τραγική εξέλιξη για την οποία έχει σοβαρότατη ευθύνη η κυβέρνηση που για τρία χρόνια αγνόησε όλες τις καταγγελίες και δυστυχώς μεγέθυνε τα ελλείμματα. Χρειάζεται να υπάρχει μια άλλη πολιτική για τα δημόσια αγαθά και για την ασφάλεια. Είναι απαράδεκτο να ακούμε από πολιτικά πρόσωπα ότι υπάρχουν ατομικά λάθη εξαιτίας των οποίων αμφισβητούνται ανθρώπινες ζωές. Η Πολιτεία πρέπει να διασφαλίζει ότι καμία ανθρώπινη ζωή δεν θα αμφισβητείται λόγω ανθρώπινου λάθους. Πρέπει να έχουμε μια ισχυρή Πολιτεία και για αυτό χρειάζεται δημόσια πολιτική που να εξασφαλίζει τον πολίτη, την ασφάλεια και τα δικαιώματά του. Αυτή η απαραίτητη πολιτική δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική Μητσοτάκη», επεσήμανε.