Στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο ελληνικός τουρισμός λόγω της κλιματικής κρίσης αναφέρθηκε ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σ.Φάμελλος, σε άρθρο του στην ηλεκτρονική εφημερίδα «itn Ελληνικός Τουρισμός», της 16ης Σεπτεμβρίου 2021.
Η κλιματική κρίση εντείνει την απαίτηση για τη μείωση εκπομπών όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά ταυτόχρονα τροποποιεί το τουριστικό προϊόν και τη διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων. Επιπλέον, οι φυσικές καταστροφές, που εντείνονται σε ένταση και συχνότητα, αναπόφευκτα τροποποιούν τη ζήτηση τουριστικού προϊόντος, όπως αναμένεται να συμβεί στην Εύβοια, μετά τη μεγάλη οικολογική καταστροφή του Αυγούστου, ενώ και μακροπρόθεσμα αναμένονται επιπτώσεις στην Ανατ.Μεσόγειο, λόγω της αυξανόμενης διάρκειας και έντασης των φαινομένων καύσωνα και της ενδεχόμενης μεταβολής προτιμήσεων των ταξιδιωτών.
Ο Σ.Φάμελλος στάθηκε στο θέμα ενός πράσινου και βιώσιμου τουριστικού κλάδου που τίθεται συχνά στη δημόσια συζήτηση. «Υπάρχουν επιχειρηματικές και αυτοδιοικητικές πρωτοβουλίες για «πρασίνισμα» των υπηρεσιών και υποδομών. Είμαστε όμως μακριά από την ενσωμάτωση αυτής της υποχρεωτικής κατεύθυνσης στο σύνολο του κλάδου», σημείωσε, αναφέροντας ότι η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, η αυτοπαραγωγή και η συμμετοχή σε τοπικά σχήματα ενεργειακών κοινοτήτων αποτελούν εργαλεία που θα πρέπει να αξιοποιηθούν προς την κατεύθυνση της μείωσης του κλιματικού αποτυπώματος του τουρισμού στη χώρα.
Επεσήμανε επίσης, ότι σε απολύτως αντίθετη κατεύθυνση από ένα σύγχρονο και βιώσιμο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, η κυβέρνηση ΝΔ δεν θωρακίζει την ενεργειακή μετάβαση, με αποτέλεσμα το ράλι στις τιμές ηλεκτρισμού, ενώ απενεργοποιεί το εργαλείο των ενεργειακών κοινοτήτων. Παράλληλα, προσπαθεί να «απελευθερώσει» επενδύσεις κυρίως σε περιοχές Natura 2000 και στον αιγιαλό, υποβαθμίζοντας το φυσικό περιβάλλον στο οποίο στηρίζεται ο τουρισμός, αλλά και την ανθεκτικότητα, ενώ παράλληλα διαχρονικό πρόβλημα παραμένει η υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας σε πολλούς προορισμούς, ιδίως στα νησιά.
Ο Σ.Φάμελλος δηλώνει τέλος ότι το νέο τουριστικό μοντέλο της χώρας μας πρέπει να εστιάσει στο περιβάλλον, ως το βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της χώρας μας. Χρειάζεται προτεραιοποίηση και χρηματοδότηση για ανθεκτικές τουριστικές υποδομές, για ενεργειακές κοινότητες, και για οικοσυστημικές πρακτικές.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του άρθρου, όπως δημοσιεύθηκε:
Η κλιματική κρίση τροποποιεί το σύνολο των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, και οι παγκόσμιοι φορείς διαπιστώνουν ότι τα μέχρι σήμερα μέτρα είναι άτολμα και αναποτελεσματικά, ενώ προβλέπουν εντονότερα κλιματικά φαινόμενα και άνοδο της μέσης θερμοκρασίας. Στον τουρισμό, οι αλλαγές που επιφέρει η κλιματική κρίση είναι πολυεπίπεδες και βαθιές, ιδιαίτερα στη χώρα μας, εφόσον η Ανατολική Μεσόγειος είναι από τα σημεία του πλανήτη που οι επιστήμονες εκτιμούν ότι θα επηρεαστούν ιδιαίτερα από την κλιματική αλλαγή.
Η πολιτική για το Κλίμα φέρνει στον τουρισμό μεγάλες αλλαγές για τη μείωση των εκπομπών όλων των ανθρώπινων λειτουργιών, ενώ οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης τροποποιούν το τουριστικό προϊόν αλλά τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα των φυσικών πόρων. Επιπλέον οι φυσικές καταστροφές που οφείλονται στην κλιματική κρίση υποβαθμίζουν τους τουριστικούς πόρους και το τουριστικό εισόδημα και προϊόν. Πρόσφατο παράδειγμα, οι δασικές πυρκαγιές του Αυγούστου, οδήγησαν σε οικολογική καταστροφή που αναπόφευκτα θα μειώσει τη ζήτηση του τουριστικού προϊόντος. Μακροπρόθεσμα, μελέτες υποδεικνύουν ότι ο θερινός τουρισμός της Μεσογείου θα επηρεαστεί από την αυξανόμενη ένταση και συχνότητα των υψηλών θερμοκρασιών και η μεταβολή κλιματικών συνθηκών θα τροποποιήσει τις προτιμήσεις των ταξιδιωτών. Αυτή η εξέλιξη είχε εντοπισθεί και είχε ενσωματωθεί στην στρατηγική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με επέκταση της τουριστικής περιόδου, ανθεκτικές υποδομές και επένδυση σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού.
Το θέμα ενός πράσινου και βιώσιμου τουριστικού κλάδου τίθεται συχνά πλέον στη δημόσια συζήτηση και σαφέστατα υπάρχουν επιχειρηματικές και αυτοδιοικητικές πρωτοβουλίες για «πρασίνισμα» των υπηρεσιών και υποδομών. Είμαστε όμως μακριά από την ενσωμάτωση αυτής της υποχρεωτικής κατεύθυνσης στο σύνολο του κλάδου. Καθώς ο τουρισμός συνεισφέρει στην κλιματική αλλαγή, επηρεάζοντας και τη μεγάλη ζήτηση ηλεκτρισμού τους θερινούς μήνες, έχει πλέον σημαντικές υποχρεώσεις βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης αλλά και δυνατότητες επένδυσης σε λύσεις αυτοπαραγωγής, συμμετοχής σε ενεργειακές κοινότητες, και γενικά σε λύσεις που μειώνουν το κλιματικό αποτύπωμα.
Όμως σε απολύτως αντίθετη κατεύθυνση, η κυβέρνηση ΝΔ υποτιμά την προστασία της φύσης και των οικοσυστημάτων αλλά και τον χωροταξικό σχεδιασμό, και, επιδιώκοντας να «απελευθερώσει» επενδύσεις κυρίως σε περιοχές Natura 2000 και στον αιγιαλό, υπονομεύει και τους πόρους που τροφοδοτούν τον τουρισμό αλλά και την ανθεκτικότητα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Παράλληλα, αντί να θωρακίσει την ενεργειακή μετάβαση οδηγεί τη χώρα σε ράλι αυξήσεων της ηλεκτρικής ενέργειας.
Από την άλλη, διαχρονικό πρόβλημα στη χώρα μας παραμένει η υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας με υπερσυγκέντρωση τουριστικής κίνησης, ιδιαίτερα σε νησιά κατά τους θερινούς μήνες, αφήνοντας αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και αδυναμία των υποδομών να παραλάβουν αυτά τα φορτία, και υποβαθμίζοντας τελικά τους τουριστικούς προορισμούς.
Όλα τα παραπάνω πρέπει να ληφθούν υπόψη και να ενσωματωθούν στο νέο τουριστικό μοντέλο της Ελλάδας. Το περιβάλλον αποτελεί εξάλλου το βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της χώρας μας. Στην κατεύθυνση αυτή, χρειάζεται να κινητοποιηθούν σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία, να στηριχθεί ο τουρισμός για να στραφεί στην πράσινη ενέργεια μέσα από ενεργειακές κοινότητες, να δοθεί προτεραιότητα σε ανθεκτικές τουριστικές υποδομές και σε οικοσυστημικές πρακτικές ενώ οι περιοχές προστασίας της φύσης πρέπει και μπορεί να παράγουν νέο οικο-τουριστικό προϊόν μέσα από την προστασία τους. Ο τουρισμός της Ελλάδας έχει μπροστά του μια μεγάλη πρόκληση για να αναβαθμιστεί και έτσι να τροφοδοτήσει και άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας (π.χ. πρωτογενής) που συμβάλλουν σε αυτό που ονομάζουμε «ελληνικό τουριστικό προϊόν».
Δείτε το άρθρο δημοσιευμένο εδώ