Την ανάγκη να ενισχυθεί ο ρόλος της πολιτείας, με δημόσιες πολιτικές, ένα κράτος σύγχρονο και ανθρώπινο, με Δημοκρατία και Δικαιοσύνη και ισχυρή πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, για να αντιμετωπιστούν οι αβεβαιότητες της πανδημίας, της ακρίβειας και οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, αφού οι δυνάμεις της αγοράς δεν μπορούν να λύσουν θέματα όπως η ειρήνη, η υγεία, το κλίμα, υπογραμμίζει ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τεύχος Απριλίου του περιοδικού «SPEAKNEWS».

Προσθέτει πως οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν και έκτακτες λύσεις “out of the box” που η κυβέρνηση όμως δεν θέλει να εφαρμόσει, όπως έχουν κάνει άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο Πρόεδρος Μακρόν χαρακτηριστικά δηλώνει ότι μεσούσης της κρίσης το κράτος πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο της αγοράς ενέργειας. Παράλληλα η κατά 88,3% κρατική, γαλλική EDF που έχει αντίστοιχη με τη ΔΕΗ δεσπόζουσα θέση στην αγορά, εφάρμοσε 4% πλαφόν στην αύξηση του κόστους ρεύματος και, για να αντισταθμίσει τη ζημιά, προχωρά σε αύξηση κεφαλαίου. Αντίστοιχες παρεμβάσεις στη χονδρική ή στη λιανική αγορά ρεύματος έχουν κάνει και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ρουμανία και έχουν προχωρήσει ακόμα και ρύθμιση για υποχρεωτικά διμερή συμβόλαια για να πέσουν οι τιμές. Λύσεις λοιπόν υπάρχουν, απαιτείται η βούληση για να εφαρμοστούν. 

Αναφέρεται στη γνωστή εργαλειοθήκη της Ε.Ε. που έχει προτείνει στα κράτη μέλη να προχωρήσουν σε φοροελαφρύνσεις για τους καταναλωτές που όμως δεν εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που έχουμε ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει με την κατάθεση τροπολογίας δύο φορές, πολύ πριν από τη σύρραξη στην Ουκρανία.

Τονίζει ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να κρύψει τις ευθύνες της για την κρίση ακρίβειας ειδικότερα στην ενέργεια πίσω από την ουκρανική κρίση, τις οποίες όμως αναγνωρίζει πλέον όλη η ελληνική κοινωνία και οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας με την υπογραφή που έχουν οι ακραίοι λογαριασμοί ρεύματος: Κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Σχετικά με το τι μέτρα χρειάζονται για την αντιμετώπιση της ακρίβειας ο Σ.Φάμελλος σημειώνει: «Χρειάζονται άμεσα μέτρα ανακούφισης προφανώς, όπως είναι η μείωση των φορολογικών βαρών, του ΕΦΚ στα καύσιμα για παράδειγμα, και η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, για την οποία δεσμεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Χρειάζονται παράλληλα και μέτρα ελεγκτικού και ρυθμιστικού χαρακτήρα για να ελεγχθεί η αγορά γιατί βλέπουμε ότι πολλοί κάνουν ό,τι θέλουν ελέω απουσίας παρέμβασης από την πολιτεία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη όμως παραμένει προσκολλημένη στο ιδεολόγημα ότι η αγορά θα λύσει τα προβλήματα μόνη της, κάτι που έχει διαψευσθεί πλέον με κρότο τόσο από την υγειονομική κρίση του COVID-19, όσο και από τη σημερινή κρίση. Αφού δεν μπορεί να αλλάξει μυαλά η κυβέρνηση, πρέπει να αλλάξει η κυβέρνηση και να δώσει τη θέση της σε μία προοδευτική κυβέρνηση που θέλει και μπορεί να στηρίξει την ελληνική κοινωνία και οικονομία».

Χαρακτηρίζει επικοινωνιακή την εκκίνηση ερευνών για την αναζήτηση υδρογονανθράκων να αποτελέσει λύση για την κρίσιμη κατάσταση που βιώνουμε σήμερα, που ενδεχομένως να μας οδηγήσει και σε κρίση επάρκειας το καλοκαίρι, εφόσον ξέρουμε ότι οι εξορύξεις είναι διαδικασίες που χρειάζονται χρόνια και αυτή τη στιγμή δεν ψάχνουμε λύση για μετά το 2030.

Παρουσιάζει τέλος, τις συγκεκριμένες και άμεσες λύσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη μείωση του κόστους ενέργειας, συμβατές με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και χωρίς αρνητικό δημοσιονομικό αποτύπωμα, με κριτήριο το συμφέρον όλης της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας και όχι μόνο κάποιων λίγων κι εκλεκτών: Τον έλεγχο της αγοράς ενέργειας με περιορισμό των άδικων υπερκερδών μέσω επιβολής πλαφόν στο περιθώριο κέρδους στη χονδρεμπορική, την αναδρομική φορολόγηση των ουρανοκατέβατων κερδών και επιστροφή τους στους καταναλωτές, υποχρεωτικά σταθερά διμερή συμβόλαια παραγωγών-παρόχων και βιομηχανίας και την ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ ώστε να παρεμβαίνει για μείωση των τιμών.

«Μία προοδευτική κυβέρνηση θα μπορούσε να αξιοποιήσει ακόμα και τα σημερινά δικαιώματα του Δημοσίου στη ΔΕΗ, ως ρυθμιστή στη λήψη αποφάσεων, ώστε να μην επιτρέπει παιχνίδια αισχροκέρδειας αλλά και να μειώνει το κόστος ρεύματος με αξιοποίηση του λιγνίτη σε ένα ποσοστό 20% της ημερήσιας κατανάλωσης προσωρινά, χωρίς να υποχωρούμε από τους στόχους για το κλίμα. Αυτά που ο κ. Μητσοτάκης δεν κάνει».

Ακολουθεί η συνέντευξη όπως δημοσιεύτηκε:

Το ιδεολόγημα ότι η αγορά θα λύσει τα προβλήματα μόνη της έχει διαψευσθεί πλέον με κρότο

Κύριε Φάμελλε, ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε τα πάνω-κάτω στον παγκόσμιο χάρτη. Ποια είναι η γνώμη σας για την επόμενη μέρα, ποιο θα είναι το αύριο;

Η καταδικαστέα εισβολή στην Ουκρανία προσθέτει ακόμα μια μεγάλη αβεβαιότητα στις κοινωνίες μας και ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές. Αναδεικνύει σοβαρά ελλείμματα στην πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης και στην ενεργειακή της πολιτική μα, πάνω από όλα, αμφισβητεί τη ζωή και την ειρήνη και αυτό θα χρειαστεί πολύ χρόνο και διπλωματικό/πολιτικό δυναμικό για να ξεπεραστεί. Είμαστε σε μια νέα φάση ψυχρού πολέμου που προαναγγέλλει σοβαρές ελλείψεις σε πόρους και πρώτες ύλες, η χώρα μας έχει τα αρνητικά πρωτεία στην πανδημία και στην κρίση ακρίβειας ενώ, οι παγκόσμιες και εθνικές πολιτικές δεν φαίνονται ικανές να αναστείλουν την κλιματική κρίση. Απέναντι σε αυτές τις αβεβαιότητες που αμφισβητούν την επόμενη ημέρα της κοινωνίας μας, οφείλουμε να ενισχύσουμε τη δύναμη της πολιτείας και τη συνεκτικότητα των κοινωνιών. Οι δυνάμεις της αγοράς δεν μπορούν να λύσουν θέματα όπως η ειρήνη, η υγεία, το κλίμα. Σε αυτές τις δύσκολες πράγματι στιγμές χρειαζόμαστε αποτελεσματικές δημόσιες πολιτικές, ένα κράτος σύγχρονο και ανθρώπινο, με Δημοκρατία και Δικαιοσύνη και ισχυρή πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. 

Μετά από τα μνημόνια περάσαμε στην πανδημία και τώρα στην εισβολή στην Ουκρανία, με την αύξηση των τιμών στην ενέργεια και στα αγαθά. Τελικά και η νέα αυτή κρίση βρήκε την Ε.Ε. και την χώρα μας απροετοίμαστες;

Η απαράδεκτη εισβολή της Ρωσίας, βρήκε την Ευρώπη χωρίς στρατηγικά αποθέματα και με έντονη ενεργειακή εξάρτηση. Είναι ωραία τα μεγάλα λόγια για την Πράσινη Μετάβαση αλλά δεν έχουν μεταφραστεί σε πολιτικές που να διασφαλίζουν την πρόσβαση στην ενέργεια για όλους σε προσιτές τιμές.

Σε εθνικό επίπεδο οι επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης, βρίσκουν την Ελλάδα πιο αδύναμη και πιο ευάλωτη εξαιτίας των λανθασμένων πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Με τον ψευδεπίγραφο τίτλο απολιγνιτοποίηση ο κ. Μητσοτάκης κάλυψε την αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ με μονάδες φυσικού αερίου ιδιωτών και όχι με ΑΠΕ, μία λανθασμένη επιλογή που αύξησε σημαντικά την εξάρτηση της Ελλάδας στο ορυκτό, εισαγόμενο, πανάκριβο φυσικό αέριο και δημιουργεί ζήτημα ενεργειακής επάρκειας της χώρας.

Η επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να παραδώσει το 49% του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ), του 100% των δικτύων φυσικού αερίου (ΔΕΠΑ Υποδομών), καθώς και της πλειοψηφίας της ΔΕΗ σε ιδιώτες και η προσήλωσή της στα κέρδη του χρηματιστηρίου αντί να επιτελεί το διαχρονικό κοινωνικό και αναπτυξιακό της ρόλο, είναι επιλογές που κοστίζουν ακριβά στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, ειδικά στη σημερινή κρίση.

Οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν και έκτακτες λύσεις “out of the box” που η κυβέρνηση όμως δεν θέλει να εφαρμόσει, όπως έχουν κάνει άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο Πρόεδρος Μακρόν χαρακτηριστικά δηλώνει ότι μεσούσης της κρίσης το κράτος πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο της αγοράς ενέργειας. Παράλληλα η κατά 88,3% κρατική, γαλλική EDF που έχει αντίστοιχη με τη ΔΕΗ δεσπόζουσα θέση στην αγορά, εφάρμοσε 4% πλαφόν στην αύξηση του κόστους ρεύματος και, για να αντισταθμίσει τη ζημιά, προχωρά σε αύξηση κεφαλαίου. Αντίστοιχες παρεμβάσεις στη χονδρική ή στη λιανική αγορά ρεύματος έχουν κάνει και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ρουμανία και έχουν προχωρήσει ακόμα και ρύθμιση για υποχρεωτικά διμερή συμβόλαια για να πέσουν οι τιμές. Λύσεις λοιπόν υπάρχουν, απαιτείται η βούληση για να εφαρμοστούν. 

Θα μπορούσε η Ε.Ε. ή έστω η χώρα μας, να προλάβουν τις εξελίξεις, ιδιαίτερα στην ενέργεια και την οικονομία, δεδομένου ότι οι αυξήσεις είχαν ξεκινήσει πριν εκδηλωθεί η εισβολή στην Ουκρανία;

Η ΕΕ εδώ και μήνες με τη γνωστή εργαλειοθήκη έχει προτείνει στα κράτη μέλη να προχωρήσουν σε φοροελαφρύνσεις για τους καταναλωτές που δεν εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που έχουμε ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει με την κατάθεση τροπολογίας δύο φορές, πολύ πριν από τη σύρραξη στην Ουκρανία.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να κρύψει τις ευθύνες της για την κρίση ακρίβειας ειδικότερα στην ενέργεια πίσω από την ουκρανική κρίση, τις οποίες όμως αναγνωρίζει πλέον όλη η ελληνική κοινωνία και οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας με την υπογραφή που έχουν οι ακραίοι λογαριασμοί ρεύματος: Κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Αυτή η κυβέρνηση αύξησε τα τιμολόγια της ΔΕΗ κατά περίπου 20% τον Σεπτέμβριο του 2019, επέτρεψε την αισχροκέρδεια στην αγορά ενέργειας το 2020. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Απρίλιος του 2020 όταν η ΔΕΗ πουλούσε στα 110 ευρώ/MWh όταν, ως αγοραστής την προμηθευόταν στη χονδρεμπορική 28 ευρώ/MWh.

Ακολούθησε η λειτουργία της νέας δομής της αγοράς ηλεκτρισμού, του Target Model, που έγινε όμως χωρίς κανένα έλεγχο από την πολιτεία και τις αρμόδιες Αρχές (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και Επιτροπή Ανταγωνισμού), επιτρέποντας σε ένα καρτέλ να κάνει «πάρτι» που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η κυβέρνηση δεν έχει επιβάλει μηχανισμούς αντιστάθμισης κινδύνου (εργαλεία hedging), όπως είναι για παράδειγμα τα διμερή και τα προθεσμιακά συμβόλαια. Ως αποτέλεσμα, οι αυξήσεις στην προημερήσια αγορά αποτυπώνονται πλήρως στη λιανική όταν, σε άλλες χώρες όπου αυτοί οι μηχανισμοί λειτουργούν, οδηγούν σε συγκράτηση των υψηλών επιβαρύνσεων τόσο στη βιομηχανία όσο και στα νοικοκυριά.

Πιστεύετε ότι μέτρα όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού και τα επιδόματα κάθε λογής, είναι αρκετά έτσι ώστε να βοηθήσουν τον Έλληνα να ανταπεξέλθει, ή χρειάζονται άλλου είδους πολιτικές;

Χρειάζονται άμεσα μέτρα ανακούφισης προφανώς, όπως είναι η μείωση των φορολογικών βαρών, του ΕΦΚ στα καύσιμα για παράδειγμα, και η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, για την οποία δεσμεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Χρειάζονται παράλληλα και μέτρα ελεγκτικού και ρυθμιστικού χαρακτήρα για να ελεγχθεί η αγορά γιατί βλέπουμε ότι πολλοί κάνουν ό,τι θέλουν ελέω απουσίας παρέμβασης από την πολιτεία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη όμως παραμένει προσκολλημένη στο ιδεολόγημα ότι η αγορά θα λύσει τα προβλήματα μόνη της, κάτι που έχει διαψευσθεί πλέον με κρότο τόσο από την υγειονομική κρίση του COVID-19, όσο και από τη σημερινή κρίση. Αφού δεν μπορεί να αλλάξει μυαλά η κυβέρνηση, πρέπει να αλλάξει η κυβέρνηση και να δώσει τη θέση της σε μία προοδευτική κυβέρνηση που θέλει και μπορεί να στηρίξει την ελληνική κοινωνία και οικονομία.

Κύριε Φάμελλε, πιστεύετε ότι περνάμε μία δύσκολη περίοδο λόγω των συγκυριών, ή οδηγούμαστε πάλι σε μία κατάσταση μακρόχρονης οικονομικής ύφεσης, που ίσως οδηγήσει τη χώρα σε νέα μνημόνια;

Σαφώς περνάμε μία δύσκολη  περίοδο που δεν έχει ακόμα σταθεροποιηθεί για να κάνουμε προβλέψεις. Όμως δεν μπορώ να αποκλείσω παράλογες επιλογές εφόσον στην ΕΕ έχουμε αρνητικό παρελθόν και σε επιλογές λιτότητας. Εξάλλου υπάρχουν και ελληνικές φωνές από το χώρο της Δεξιάς που ζητάνε συχνά ένα νέο πρόγραμμα λιτότητας και επιτήρησης και να πληρώσουν, ως συνήθως, ο λαός και οι μικρομεσαίοι την κρίση των ολιγαρχών. Βλέπουμε λοιπόν ότι μια αριστερή κυβέρνηση, του ΣΥΡΙΖΑ, άφησε γεμάτα ταμεία, θετικό ρυθμό ΑΕΠ για εννιά συνεχή τρίμηνα και χαμηλά επιτόκια ενώ με την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουμε ρεκόρ ξεπουλήματος περιουσίας και αύξησης του χρέους. Για να μην έχουμε λοιπόν κανένα κίνδυνο μνημονίων πρέπει να εμπιστευτούμε το μόνο κόμμα που έβγαλε τελικά την Ελλάδα από τα μνημόνια, που ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας.

Αν αύριο γίνουν εκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση, θα προχωρήσει σε αναθεώρηση των σχεδίων για την πράσινη μετάβαση, σε ότι αφορά τον χρονικό ορίζοντα και το κόστος που θα μετακυλήσει η μετάβαση αυτή στους καταναλωτές;

Η αναγκαιότητα της Πράσινης Μετάβασης είναι δεδομένη, οι εξελίξεις στην παγκόσμια πολιτική για την κλιματική κρίση είναι δυσοίωνες. Πρέπει να απεξαρτηθούμε από τα ορυκτά καύσιμα, όμως αυτό πρέπει να γίνει με όρους ασφάλειας δικαίου ώστε καμία κοινωνική ομάδα να μην μείνει πίσω. Προφανώς και χρειάζεται μέριμνα για τους πιο ευάλωτους αλλά και πρόσβαση στο αγαθό της ενέργειας ως δικαίωμα όλων των πολιτών, κάτι που αποτελεί προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Θυμίζω ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πρώτη εκπόνησε Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), τον οδικό χάρτη για την επίτευξη των κλιματικών στόχων και την κλιματική ουδετερότητα. Το σχέδιό μας προέβλεπε ταυτόχρονη μείωση των μεριδίων του λιγνίτη και του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μας μείγμα ώστε να αντικατασταθούν σταδιακά, με συντεταγμένο τρόπο, από ΑΠΕ μαζί με αποθήκευση, σε αντίθεση με το ΕΣΕΚ της ΝΔ που αύξησε την εξάρτησή μας από το εισαγόμενο και πανάκριβο φυσικά αέριο. Αυτό θα είναι και το σχέδιό μας την επόμενη μέρα.

Ποιες είναι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την προστασία των καταναλωτών και τον έλεγχο του κόστους της ενέργειας; 

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει συγκεκριμένες και άμεσες λύσεις για τη μείωση του κόστους ενέργειας, συμβατές με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και χωρίς αρνητικό δημοσιονομικό αποτύπωμα. Κριτήριό μας είναι το συμφέρον όλης της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας και όχι μόνο κάποιων λίγων κι εκλεκτών.

Προτείνουμε άμεσα:

  • έλεγχο της αγοράς ενέργειας με περιορισμό των άδικων υπερκερδών μέσω επιβολής πλαφόν στο περιθώριο κέρδους στη χονδρεμπορική,
  • αναδρομική φορολόγηση των ουρανοκατέβατων κερδών και επιστροφή τους στους καταναλωτές,
  • υποχρεωτικά σταθερά διμερή συμβόλαια παραγωγών-παρόχων και βιομηχανίας,
  • ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ ώστε να παρεμβαίνει για μείωση των τιμών.

Μία προοδευτική κυβέρνηση θα μπορούσε να αξιοποιήσει ακόμα και τα σημερινά δικαιώματα του Δημοσίου στη ΔΕΗ, ως ρυθμιστή στη λήψη αποφάσεων, ώστε να μην επιτρέπει παιχνίδια αισχροκέρδειας αλλά και να μειώνει το κόστος ρεύματος με αξιοποίηση του λιγνίτη σε ένα ποσοστό 20% της ημερήσιας κατανάλωσης προσωρινά, χωρίς να υποχωρούμε από τους στόχους για το κλίμα. Αυτά που ο κ. Μητσοτάκης δεν κάνει.

Ο πρωθυπουργός μίλησε πρόσφατα για αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων. Μπορεί η Ελλάδα να διεκδικήσει την όποια ενεργειακή ανεξαρτησία της αναλογεί, και με ποιους τρόπους;

Ο κος Μητσοτάκης θέλει να στήσει άλλη μία φιέστα για να βελτιώσει την εικόνα της κυβέρνησης εφόσον η ακραία κρίση ακρίβειας οδηγεί τη ΝΔ σε μεγάλη δημοσκοπική πτώση. Δεν μπορεί προφανώς η επικοινωνιακή εκκίνηση ερευνών για την αναζήτηση υδρογονανθράκων να αποτελέσει λύση για την κρίσιμη κατάσταση που βιώνουμε σήμερα, που ενδεχομένως να μας οδηγήσει και σε κρίση επάρκειας το καλοκαίρι, εφόσον ξέρουμε ότι οι εξορύξεις είναι διαδικασίες που χρειάζονται χρόνια και αυτή τη στιγμή δεν ψάχνουμε λύση για μετά το 2030.

Δεν έχουν περάσει πολλές μέρες από την παραδοχή του κ. Μητσοτάκη ότι η απολιγνιτοποίησή του μας οδήγησε σε ενεργειακή ανασφάλεια ή ότι παραπλανούσε τη Βουλή λέγοντας ότι η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη είναι πιο ακριβή από το φυσικό αέριο. Πώς να εμπιστευτούμε ένα νέο πυροτέχνημα και μάλιστα για άδειες και συμβάσεις που παραδόθηκαν ολοκληρωμένες από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019;

Αν πράγματι ήθελε να εξασφαλίσει την ενεργειακή επάρκεια ο κ. Μητσοτάκης δεν θα πάγωνε τις ενεργειακές κοινότητες που δίνουν φτηνότερο ρεύμα με την ενεργό συμμετοχή των πολιτών και τοπικών κοινωνιών. Ούτε θα καθυστερούσε εδώ και σχεδόν 3 χρόνια το θεσμικό πλαίσιο αποθήκευσης καθαρής ενέργειας.

Μέσα από τις εξελίξεις φαίνεται ότι ξεχάσαμε την πανδημία. Δυστυχώς καθημερινά καταγράφονται δεκάδες θάνατοι. Μήπως πια έχουμε συνηθίσει αυτές τις απώλειες, και η ανθρώπινη ζωή χάνει την αξία της; Τι σημαίνει αυτό για τις κοινωνίες μας.

Δεν επιτρέπεται να συνηθίσουμε τις καθημερινές δεκάδες απώλειες. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε να φέρει την Ελλάδα στην πρώτη θέση της Ευρώπης σε θύματα COVID19 ανά εκατομμύριο πληθυσμού γιατί έχει επιλέξει να μη στηρίξει τη δημόσια υγεία, ενώ παράλληλα υλοποιεί ένα σχέδιο ιδιωτικοποίησής της. Διαβλέπω και μία υποτίμηση από την κυβέρνηση του κινδύνου που ακόμα υπάρχει. Για εμάς το μήνυμα της πανδημίας είναι ξεκάθαρο. Προφύλαξη του πληθυσμού, σεβασμός στην επιστήμη, ισχυρή πρωτοβάθμια υγεία και στελέχωση του ΕΣΥ. Έτσι θα θωρακίσουμε το μέλλον.

Δείτε τη συνέντευξη δημοσιευμένη εδώ

Print Friendly, PDF & Email